"I'm the cutest!" Baxter Bear said to Billy Bear. He was certainly a very handsome teddy bear. His fur was soft brown and he wore a purple sweater and straw hat.
"I'm the cutest!" Billy Bear insisted. He too was a very handsome teddy bear. His fur was snow white and he wore a red sweater with little glasses on his cute teddy bear face.
They were sitting on Cindy's bed. The little girl loved them very much and always took good care of them. She wiped them with a soft cloth everyday and changed their sweaters all the time. She let them sleep in bed with her at night. She had a tea party for them every Saturday afternoon. She even took them to Grandma's with her when she went to visit.
The two teddy bears had been content with this arrangement for quite some time. Lately, they both thought that maybe one was better than the other.
"I don't wear yucky glasses the way you do," Baxter pointed out to Billy as they sat on the bed waiting for Cindy to come home from school.
"I don't wear a silly straw hat the way you do," Billy pointed out.
"You wait", Baxter said. "When Cindy comes home from school she'll pick me up and kiss me first. She always does."
"No, she doesn't," Billy told him. "I'm the one she always picks up and kisses first."
"We'll see about that," Baxter said.
"We'll see about that," Billy said.
They sat on the bed together waiting for Cindy to come home. They sat on the soft pink blanket all afternoon not saying another word to each other. At one time, they had been best friends but now, they were in the middle of a fight to see who was the cutest. Both thought that he was. Cindy had lots of toys and dolls but Baxter and Billy had always been her favorites. She got them from her grandpa, who died right before Baxter and Billy came to her. They were very special indeed.
All afternoon they sat together in silence and then they heard Cindy downstairs. She was home from school! They heard her come bounding up the stairs.
"We'll see now," Baxter whispered to Billy.
"We'll see now," Billy whispered back.
Cindy came running into her bedroom and threw herself down onto the bed. She was adorable in her brown pigtails. She had freckles on her nose and was missing her two front teeth. Baxter and Billy remembered when she put the teeth under her pillow so that the Tooth Fairy would come and visit her. The Tooth Fairy had left her two dollars and she had brought the straw hat for Baxter and the glasses for Billy.
She picked both of them up at the same time and hugged them together. "How are my two favorite boys doing?" She gave them each a kiss on the cheek. "I have such wonderful news to tell my darlings! My other tooth is loose and that means the Tooth Fairy will be coming to visit again. When she does, I'm going to buy you boys a nice little teddy bear bed that you can share. Mommy said that she will help me pay for it because she knows how much I love my babies." She kissed them again. "Now, darlings, I'm going to get my milk and cookies. You boys behave and I'll come back in a little while." She set them down carefully on the blanket and ran back downstairs.
Baxter looked at Billy. "Maybe we are both special."
Billy looked at Baxter. "Maybe we are both the cutest teddy bear to Cindy."
They smiled at each other and sat on the bed waiting for her to eat her snack and then come back and play with them.
http://www.bedtime.com/html/the_teddy_bear_war.htm
Τα αρκουδάκια μαλώνουν.
"Είμαι ο πιο χαριτωμένος" είπε ο Μπάξτερ ο αρκούδος στον Μπίλι τον αρκούδο. Σίγουρα ήταν ένα πολύ όμορφο αρκουδάκι. Η γούνα του είχε χρώμα ανοιχτό καφέ και φορούσε ένα μωβ πουλόβερ κι ένα ψάθινο καπέλο.
"Εγώ είμαι ο πιο χαριτωμένος" επέμεινε ο Μπίλι. Ήταν κι αυτός πολύ όμορφος πραγματικά. Η γούνα του είχε χρώμα λευκό σαν χιόνι και φορούσε ένα κόκκινο πουλόβερ και μικρά γυαλάκια στο χαριτωμένο προσωπάκι του.
Τα αρκουδάκια κάθονταν στο κρεβάτι της Σίντι. Το μικρό αυτό κορίτσι, τα αγαπούσε πολύ και τα φρόντιζε. Τα σκούπιζε με ένα μαλακό πανάκι καθημερινά και τους άλλαζε ρούχα συνεχώς. Τα βράδια κοιμότανε μαζί τους. Κάθε Σάββατο απόγευμα πίνανε όλοι μαζί τσάι. Μέχρι και στο σπίτι της γιαγιάς της τα έπαιρνε όποτε πήγαινε να την επισκευτεί.
Τα δύο αρκουδάκια ήταν ευχαριστημένα με όλα αυτά μέχρι που πριν λίγο καιρό άρχισαν να πιστεύουν ότι ίσως το ένα να ήταν καλύτερο από το άλλο.
"Εγώ δε φοράω απαίσια γυαλιά όπως εσύ" είπε ο Μπάξτερ στον Μπίλι καθώς κάθονταν μια μέρα στο κρεβάτι και περίμεναν τη Σίντι να γυρίσει από το σχολείο.
"Κι εγώ δε φοράω ένα ανόητο καπέλο όπως το δικό σου" απάντησε ο Μπίλι.
"Πέριμενε" είπε ο Μπάξτερ " μόλις γυρίσει η Σίντι από το σχολείο, εμένα θα πάρει πρώτο αγγαλιά για να με φιλήσει, όπως κάνει πάντα άλλωστε."
" Όχι, δε θα το κάνει" απάντησε ο Μπίλι "εμένα φιλάει πάντα πρώτο."
"Αυτό θα το δουμε" είπε ο Μπάξτερ.
"Ναι, θα το δούμε" είπε ο Μπίλι.
Έτσι, έκατσαν μαζί στο κρεβάτι και περίμεναν τη Σίντι να γυρίσει. Πέρασαν όλο το υπόλοιπο απόγευμα πάνω στη μαλακή ροζ κουβέρτα χωρίς να πούνε λέξη το ένα στο άλλο. Κάποτε ήταν οι καλύτεροι φίλοι μα τώρα έπρεπε να μάθουν πιο από τα δύο ήταν το αγαπημένο της. Το καθένα πίστευε ότι ήταν εκείνο το καλύτερο. Η Σίντι είχε πολλά παιχνίδα και κούκλες αλλά ο Μπάξτερ και ο Μπίλι ήταν πάντα τα αγαπημένα της παιχνίδια. Της τα είχε δώσει ο παππούς της λίγο πριν πεθάνει. Ήταν πραγματικά πολύ ξεχωριστά αρκουδάκια.
Όλο το απόγευμα δεν είπαν λέξη και τότε άκουσαν τη Σίντι στον κάτω όροφο. Είχε γυρίσει από το σχολείο! Την άκουγαν να ανεβαίνει τη σκάλα.
"Τώρα θα δούμε" ψιθύρισε ο Μπάξτερ στον Μπίλι.
"Ναι, τώρα θα δούμε" απάντησε ο Μπίλι.
Η Σίντι ήρθε τρέχοντας από το σχολείο και έπεσε με φόρα πάνω στο κρεβάτι της. Ήταν τόσο αξιαγάπητη με τα δυο καστανά της κοτσιδάκια. Είχε φακίδες στη μύτη της και της έλειπαν τα δύο μπροστινά της δόντια. Ο Μπάξτερ και ο Μπίλι θυμήθηκαν όταν τα είχε βάλει κάτω από το μαξιλάρι της για να τα βρει η Νεράιδα των δοντιών. Της είχε αφήσει δύο δολάρια, ένα για κάθε δόντι και είχε φέρει επίσης το ψάθινο καπέλο για τον Μπάξτερ και τα γυαλιά για τον Μπίλι.
Η Σίντι σήκωσε τα αρκουδάκια συγχρόνως και τα αγγάλιασε. "Τι κάνουν τα αγαπημένα μου αγοράκια;" Έδωσε στο καθένα από ένα φιλάκι στο μάγουλο. "Σας έχω υπέροχα νέα αγαπούλες μου.Κουνιέται πάλι ένα δόντι μου κι αυτό σημαίνει πως θα ξαναέρθει η Νεράιδα των δοντιών. Όταν γίνει αυτό, με τα χρήματα που θα μου αφήσει θα σας αγοράσω ένα κρεβατάκι για να το μοιράζεστε. Η μαμά είπε πως θα μου δώσει κι εκείνη χρήματα γιατί ξέρει πόσο πολύ αγαπάω τα μωράκια μου." Τα φίλησε άλλη μια φορά. "Τώρα θα πάω να φάω τα μπισκότα και το γάλα μου. Να είσαστε φρόνιμοι κι εγώ δε θα αργήσω να γυρίσω." Τα έβαλε προσεχτικά να κάτσουν στην κουβέρτα και έτρεξε πάλι κάτω.
Ο Μπάξτερ κοίταξε τον Μπίλι. "Ίσως να είμαστε και οι δύο ξεχωριστοί."
Ο Μπίλι κοίταξε κι αυτός τον Μπάξτερ με τη σειρά του. "Ίσως για τη Σίντι να είμαστε και οι δυο τα πιο χαριτωμένα αρκουδάκια."
Έτσι, χαμογέλασαν το ένα στο άλλο και έκατσαν στο κρεβάτι να περιμένουν τη Σίντι να τελειώσει το κολατσιό της και να γυρίσει για να παίξει μαζί τους.